- συνεσίου
- συνεσί̱ου , σύν , εἰσ-ἰόωbecomeimperf ind act 3rd sgσύν , εἰσ-ἰόωbecomepres imperat act 2nd sgσύν , εἰσ-ἰόωbecomeimperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Συνεσίου — Συνέσιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
φαλάκρα — η, ΝΜΑ, και φαράκλα Ν η μερική ή ολική έλλειψη μαλλιών τής κεφαλής νεοελλ. συνεκδ. το γυμνό από τρίχες μέρος τού κρανίου μσν. αρχ. άδενδρη, γυμνή άκρη όρους αρχ. φρ. «Φαλάκρας ἐγκώμιον» τίτλος πραγματείας τού Συνεσίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαλακρά, θηλ … Dictionary of Greek
Αρκάδιος — I (377 – 408 μ.Χ.). Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (395 408).Ο πρώτος αυτοκράτορας του Βυζαντίου μετά την οριστική διαίρεση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον πατέρα του Θεοδόσιο τον Μέγα σε ανατολικό και δυτικό τμήμα. Με αδύνατο χαρακτήρα, άβουλος… … Dictionary of Greek
ДАМАСКИН ПЕЛОПОННЕССКИЙ — [Дамаскин Панайотопулос; греч. Ϫαμασκηνὸς ὁ Πελοποννήσιος] († 1815), ученый мон., дидаскал и писатель периода османского господства. Происходил из г. Димицана (Пелопоннес, Греция), начальное воспитание получил в мон ре Философу близ Димицаны.… … Православная энциклопедия